"Να και τον φίλο μου που σας έλεγα" είπε ο Γιάννης στην έγχρωμη παρέα του με μια ανεξήγητη χαρά που μόνο σε μεθυσμένο μπορείς να συναντήσεις
"Ορέστη αυτή είναι η Τζόρτζια και αυτή η Σούζι και τέλος ο Όλιβερ"συνέχισε δείχνοντας τον τεράστιο μαύρο που καθόταν δίπλα του και θύμιζε νταβατζή.
Τους χαιρέτησε ο Ορέστης και κάθισε δίπλα από την Σούζι.
Ο Όλιβερ γύρισε προς τον Ορέστη και τον ρώτησε με ενθουσιασμό "Είσαι και εσύ Έλληνας;"
"Ναι".
Και τότε ο Γιάννης συνεχίζοντας τις συστάσεις πρόσθεσε "ο Όλιβερ είναι ο μάνατζερ του Ντέμη Ρούσου"
"Τι πράμα;" αντέδρασε ο Ορέστης ξαφνιασμένος.
"Ναι" είπε ο Όλιβερ, "εγώ τρέχω τον συμπατριώτης σας τον Ντέμη".
"Ναι καλά" είπε ο Ορέστης με ένα ύφος όλο δυσπιστία δείχνοντας τους ότι δεν πρόκειται να πιαστεί κορόιδο.
"Αλήθεια είναι" συνέχισε ο Όλιβερ ο μάνατζερ, "γι' αυτό και ενθουσιάστηκα όταν μου είπε ο Γιάννης πως είναι από την Ελλάδα. Εσείς οι Έλληνες ξέρετε να γλεντάτε και αυτό θέλουμε σήμερα το βράδυ εγώ και τα κορίτσια μου" είπε ο Όλιβερ και έκλεισε το μάτι στον Ορέστη.
"Μάλιστα" απάντησε ο Ορέστης πάλι με δυσπιστία και άλλαξε αμέσως θέμα "τι πίνετε;"
"Βάλτε του ένα σφηνάκι βότκα διέταξε ο Μάνατζερ την παρέα του και αμέσως η Σούζι που καθόταν δίπλα από τον Ορέστη, του έβαλε ένα σφηνάκι βότκα.
"Α έχετε άγριες διαθέσεις" είπε ο Ορέστης και αμέσως ήπιε το σφηνάκι.
"Άλλη μια γύρα σφηνάκια Σούζι." είπε ο νταβατζής-μάνατζερ "δεν βλέπεις ότι ο καινούργιος μας φίλος διψάει".
Αμέσως η Σούζι γέμισε ξανά το σφηνάκι και ο Ορέστης σήκωσε το ποτήρι του, κοίταξε τον ήδη μεθυσμένο Γιάννη και τους υπόλοιπους της παρέας και ευχήθηκε "στην υγεία μας".
"..Και στην σεξουαλική απελευθέρωση" είπε ο Όλιβερ ο υποτιθέμενος μάνατζερ του Ρούσου.
Τσούγκρισαν τα ποτήρια τους και ήπιαν όλοι ακόμα ένα σφηνάκι.
Ο Ορέστης όλη αυτή την ώρα ένοιωθε ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Κοίταξε τριγύρω για λίγο μα δεν είδε τίποτα. Ξαναπροσπάθησε μετά από λίγο, μα πάλι τίποτα. Ένοιωθε όμως αυτό το συναίσθημα που εκτίθεσαι χωρίς όμως να το θέλεις, χωρίς να το ξέρεις.
Και εκεί που έβλεπε τριγύρω στο μπαρ, είδε δύο μάτια να τον κοιτάνε. Ήταν μια κοπέλα που καθόταν σε ένα τραπεζάκι δεξιά από το δικό τους. Ψηλόλιγνη, μελαχρινή με μαύρα μαλλιά και μελίσσια μάτια, όμορφη μεσογειακή γυναίκα.
Μόλις συναντήθηκαν τα βλέμματα τους η όμορφη μεσογειακή τον χαιρέτησε εγκάρδια. Ο Ορέστης πάγωσε για μια στιγμή, "ποια είναι αυτή" σκέφτηκε "γιατί με χαιρετάει, μήπως την γνωρίζω;" ανταποκρίθηκε αμήχανα σηκώνοντας και αυτός το χέρι του για να την χαιρετήσει.
Την προσοχή του όμως την απέσπασε ακόμα ένα σφηνάκι βότκα που του έδωσε ο Όλιβερ.
"Στην υγειά μας" είπε ο Γιάννης και σήκωσαν όλοι ξανά τα σφηνάκια τους και τα ήπιαν. Η Σούζι τότε άρχισε να χαϊδεύει τα μαλλιά του Ορέστη ενώ ο Γιάννης ξεκίνησε να φασώνεται με την Τζόρτζια.
Ο Ορέστης ξαναγύρισε προς την μεσογειακή γυναίκα και την είδε να σηκώνεται να μαζεύει τα πράγματα της και να έρχεται προς το μέρος του.
Όσο πλησίαζε τόσο πιο πολύ ένοιωθε ότι αυτή η γυναίκα είχε μια ξεχωριστή ομορφιά.
Η άγνωστη γυναίκα ήρθε κοντά του, έσκυψε στο αυτί του και του είπε:
"Είσαι πολύ μαλάκας να κάνεις πως δεν με ξέρεις μετά από αυτές τις δύο μέρες".
"Τι πράμα, ποιες δύο μέρες;" είπε φανερά ξαφνιασμένος στην γυναίκα που έβλεπε για πρώτη φορά μπροστά του.
"Άντε και Γαμήσου ηλίθιε". είπε η ξένη γυναίκα και έφυγε.
Ο Ορέστης της φώναξε καθώς απομακρυνόταν "μισό, περίμενε μισό λεπτό, για ποιες δύο μέρες λες;" και έκανε να σηκωθεί για να την προφτάσει πριν φύγει από το μπαρ.
Αλλά εκείνη την στιγμή η Σούζι αγκάλιασε το πόδι του και έσκυψε και τον φίλησε στα σκέλια.
"Τι κάνεις εκεί;"
Και τότε η Σούζι του χαμογέλασε και ξεκίνησε να του χαϊδεύει τα γεννητικά όργανα.
Ο Ορέστης αμέσως έκατσε ξανά στην καρέκλα του και προσπάθησε να σταματήσει την Σούζι για να προλάβει την γυναίκα που μόλις τον έβρισε.
Η Σούζι όμως όχι μόνο δεν σταμάτησε αλλά άρχισε να τον φιλάει στον λαιμό και μετά στο στόμα μέχρι που ο μάνατζερ του Ντέμη Ρούσου πρότεινε διακόπτοντας τους: "Δεν πάμε καλύτερα σπίτι μου, είναι δυο τετράγωνα πιο κάτω".
"Ναι, ναι πάμε," είπε ενθουσιασμένος ο Γιαννάκης που ακόμα λίγο και θα γαμούσε την Τζορτζια στο μπαρ.
"Ας πιούμε και το τελευταίο μας σφηνάκι" είπε ο Όλιβερ και γέμισε ξανά τα ποτήρια.
Με το που ήπιαν το σφηνάκι ο Όλιβερ σηκώθηκε πρώτος ένα εκατοστάευρο στο τραπέζι. "Επιτρέψτε μου" είπε "να κεράσω εγώ τους συμπατριώτες του Ντέμη Ρούσου".
Ο Ορέστης σηκώθηκε αμέσως μετά και προσπάθησε να εντοπίσει την ξένη γυναίκα που του μίλησε πριν από λίγο... τίποτα όμως είχε ήδη εξαφανιστεί. "Λες να έχει να κάνει με τις μέρες της αμνησίας μου διερωτήθηκε."Πουν την να γαμώτο, έφυγε."
Ο Γιάννης τον άρπαξε από την ωμοπλάτη καθώς έψαχνε την ξένη γυναίκα και του είπε στο αυτί ενθουσιασμένος "Θα κάνουμε παρτούζαααα με τον μάνατζερ του Ντεμη Ρούσου."
Ο Ορέστης δεν απάντησε παρα έμεινε να ψάχνει την γυναίκα στον χώρο που είχε ήδη φύγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου